bédéiste
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- bédéiste < bédé
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
bédéiste | bédéistes |
bédéiste (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- (σπάνιο) ο συγγραφέας των κόμικς
ενικός | πληθυντικός |
bédéiste | bédéistes |
bédéiste (fr) αρσενικό ή θηλυκό