Ετυμολογία

επεξεργασία
at once < → δείτε τις λέξεις at και once

  Έκφραση

επεξεργασία

at once (en) (ιδιωματισμός)

  1. αμέσως
    ⮡  Come here at once!
    Έλα εδώ αμέσως!
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη immediately
  2. ταυτόχρονα
    ⮡  He was laughing and crying at once.
    Γελούσε κι έκλαιγε ταυτοχρόνως.
     συνώνυμα: all at once → και δείτε τη λέξη simultaneously