asteroido
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | asteroido | asteroidoj |
αιτιατική | asteroidon | asteroidojn |
asteroido (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | asteroido | asteroidoj |
αιτιατική | asteroidon | asteroidojn |
asteroido (eo)