aspiration
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαaspiration (en)
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
aspiration | aspirations |
Ουσιαστικό
επεξεργασίαaspiration (fr) θηλυκό
aspiration (en)
ενικός | πληθυντικός |
aspiration | aspirations |
aspiration (fr) θηλυκό