as long as
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασίαas long as (en)
- (ιδιωματισμός) όσο, εφόσον, φτάνει μόνο να, υπό τον όρον ότι, αρκεί να
- ↪ I will stay as long as you want me to.
- Θα μείνω όσο θέλεις.
- ↪ We must make the most of our time as long as we can.
- Πρέπει να εκμεταλλευτούμε το χρόνο μας όσο περισσότερο μπορούμε.
- ↪ You can go as long as you promise not to be late.
- Θα πας εφόσον υποσχεθείς να μην αργήσεις.
- ↪ As long as it is not too late!
- Φτάνει μόνο να μην είναι πολύ αργά!
- ↪ They can watch TV as long as they sit quietly.
- Μπορούν να δουν τηλεόραση φτάνει μόνο να καθίσουν ήσυχα.
- ↪ You may borrow it as long as you keep it clean.
- Μπορείς να το δανεισθείς υπό τον όρο ότι θα διατηρήσεις καθαρό.
- ↪ Let him come back whenever he wants, as long as he’s well.
- Ας γυρνάει ό,τι ώρα θέλει, αρκεί να είναι καλά.
- ↪ I will stay as long as you want me to.
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- long (idioms): as/so long as - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 561, 635. ISBN 9780194325684., λήμμα: μόνο(ν), όσο