arĝento
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | arĝento | arĝentoj |
αιτιατική | arĝenton | arĝentojn |
arĝento (eo)
- ο άργυρος
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | arĝento | arĝentoj |
αιτιατική | arĝenton | arĝentojn |
arĝento (eo)