Ετυμολογία

επεξεργασία
apartenanta < aparten + -ant- + -a

  Επίθετο

επεξεργασία
πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική apartenanta apartenantaj
αιτιατική apartenantan apartenantajn

apartenanta (eo)

  Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

apartenanta (eo)

  • ενεστώτας της επιθετικής ενεργητικής μετοχής του ρήματος aparteni