anonco
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | anonco | anoncoj |
αιτιατική | anoncon | anoncojn |
anonco (eo)
- η αγγελία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | anonco | anoncoj |
αιτιατική | anoncon | anoncojn |
anonco (eo)