ενικός         πληθυντικός  
annulaire annulaires

annulaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
annulaire annulaires

annulaire (fr) αρσενικό

Δείτε επίσης

επεξεργασία