annulaire
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
annulaire | annulaires |
annulaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
annulaire | annulaires |
annulaire (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
annulaire | annulaires |
annulaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
annulaire | annulaires |
annulaire (fr) αρσενικό