announcer
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
announcer | announcers |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
announcer (en)
- (επάγγελμα) ο εκφωνητής, ο παρουσιαστής μιας εκπομπής στην τηλεόραση ή το ραδιόφωνο
- ↪ The announcer tells us what happens in the match.
- Ο εκφωνητής μάς λέει τι συμβάλει στον αγώνα.
- ↪ The announcer tells us what happens in the match.