anakronismo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- anakronismo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | anakronismo | anakronismoj |
αιτιατική | anakronismon | anakronismojn |
anakronismo (eo)
Ίντο (io)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαanakronismo (io)