ambigu
Γαλλικά (fr)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
Επίθετο
επεξεργασία
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | ambigu | ambigus |
θηλυκό | ambiguë | ambiguës |
ambigu (fr) αρσενικό
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | ambigu | ambigus |
θηλυκό | ambiguë | ambiguës |
ambigu (fr) αρσενικό