ambasadoro
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ambasadoro | ambasadoroj |
αιτιατική | ambasadoron | ambasadorojn |
ambasadoro (eo)
- (διπλωματία) ο πρέσβης
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ambasadoro | ambasadoroj |
αιτιατική | ambasadoron | ambasadorojn |
ambasadoro (eo)