alto
Γαλλικά (fr)Επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
alto | altos |
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
alto (fr) αρσενικό
- (μουσικό όργανο) το άλτο, η βιόλα
Ισπανικά (es)Επεξεργασία
ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | alto | altos |
θηλυκό | alta | altas |
ΕπίθετοΕπεξεργασία
alto (es)
ΑντώνυμαΕπεξεργασία
Ιταλικά (it)Επεξεργασία
ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | alto | alti |
θηλυκό | alta | alte |
ΠροφοράΕπεξεργασία
ΕπίθετοΕπεξεργασία
alto (it)
ΑντώνυμαΕπεξεργασία
Πορτογαλικά (pt)Επεξεργασία
ενικός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | alto | altos |
θηλυκό | alta | altas |
ΕπίθετοΕπεξεργασία
alto (pt)
ΑντώνυμαΕπεξεργασία
→ δείτε τη λέξη altus