aliulo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- aliulo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | aliulo | aliuloj |
αιτιατική | aliulon | aliulojn |
aliulo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | aliulo | aliuloj |
αιτιατική | aliulon | aliulojn |
aliulo (eo)