alinaciano
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- alinaciano < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | alinaciano | alinacianoj |
αιτιατική | alinacianon | alinacianojn |
alinaciano (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | alinaciano | alinacianoj |
αιτιατική | alinacianon | alinacianojn |
alinaciano (eo)