alĥemiisto
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- alĥemiisto < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | alĥemiisto | alĥemiistoj |
αιτιατική | alĥemiiston | alĥemiistojn |
alĥemiisto (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | alĥemiisto | alĥemiistoj |
αιτιατική | alĥemiiston | alĥemiistojn |
alĥemiisto (eo)