akvoserpento
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- akvoserpento < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | akvoserpento | akvoserpentoj |
αιτιατική | akvoserpenton | akvoserpentojn |
akvoserpento (eo)