akvofarbo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- akvofarbo < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | akvofarbo | akvofarboj |
αιτιατική | akvofarbon | akvofarbojn |
akvofarbo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | akvofarbo | akvofarboj |
αιτιατική | akvofarbon | akvofarbojn |
akvofarbo (eo)