aforismo
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | aforismo | aforismoj |
αιτιατική | aforismon | aforismojn |
aforismo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | aforismo | aforismoj |
αιτιατική | aforismon | aforismojn |
aforismo (eo)