adukcia
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- adukcia < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | adukcia | adukciaj |
αιτιατική | adukcian | adukciajn |
adukcia (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | adukcia | adukciaj |
αιτιατική | adukcian | adukciajn |
adukcia (eo)