aŭtoro
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | aŭtoro | aŭtoroj |
αιτιατική | aŭtoron | aŭtorojn |
aŭtoro (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | aŭtoro | aŭtoroj |
αιτιατική | aŭtoron | aŭtorojn |
aŭtoro (eo)