PCM
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- PCM < Pulse Code Modulation
Συντομομορφή
επεξεργασίαPCM (en) αρκτικόλεξο (πληθυντικός PCMs)
- (ηλεκτρονική, οπτικοακουστική) αρκτικόλεξο του pulse code modulation: παλμοκωδική διαμόρφωση [1]
Δείτε επίσης
επεξεργασία- PCM στην αγγλική Βικιπαίδεια (σελίδα αποσαφήνισης)
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ «παλμοκωδική διαμόρφωση», «PCM» από αναζήτηση «pulse code modulation» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.