Czech
Αγγλικά (en) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
Czech | Czechs |
Επίθετο επεξεργασία
Czech (en)
Ουσιαστικό επεξεργασία
Czech (en)
- (εθνικό όνομα) ο Τσέχος, η Τσέχα
Κύριο όνομα επεξεργασία
Czech (en)
Πολωνικά (pl) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Czech (pl) αρσενικό (θηλυκό Czeszka)
- (εθνικό όνομα) ο Τσέχος
επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη Czechy
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
Czech (pl)
- γενική πληθυντικού του Czechy
Γερμανικά (de) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Czech < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Czech αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές επεξεργασία
Ιταλικά (it) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Czech < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Czech αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές επεξεργασία
- Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [3]
Σουηδικά (sv) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Czech < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Czech αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές επεξεργασία
- Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [4]