Ετυμολογία

επεξεργασία
Capnissi < νέα ελληνική Καπνίσης, από το επώνυμο αρχοντικής βυζαντινής οικογένειας, μέλη της οποίας εγκαταστήθηκαν στη Ζάκυνθο κι έπειτα στη Βενετία και στη Ρωσία
Συγγενή επώνυμα: νέα ελληνικά Καπνίσης (ανδρικό) / Καπνίση (γυναικείο)· ρωσικά Капнист· ουκρανικά Капніст· γαλλικά Kapnist

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Capnissi (it)

  • Λήμμα «Καπνίσης», Επίτομον εγκυκλοπαιδικόν λεξικόν (1935). Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Ελευθερουδάκη, σελ. 1488.