Δείτε επίσης: καπνίσει

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Καπνίση < γενική ενικού του αρσενικού Καπνίσης

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Καπνίση θηλυκό, άκλιτο

Μεταγραφές

επεξεργασία


  Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

επεξεργασία

Καπνίση αρσενικό