Akilo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Akilo < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | Akilo | Akiloj |
αιτιατική | Akilon | Akilojn |
Akilo (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | Akilo | Akiloj |
αιτιατική | Akilon | Akilojn |
Akilo (eo)