ARO
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ARO < Air traffic services Reporting Office
Συντομομορφή επεξεργασία
ARO (en) αρκτικόλεξο
- (αεροπορικός όρος) γραφείο αναφορών υπηρεσιών εναέριας κυκλοφορίας: υπηρεσία η οποία λαμβάνει αναφορές αναφορικά με τις υπηρεσίες εναέριας κυκλοφορίας και τα σχέδια πτήσεων
Πηγές επεξεργασία
- ΟΜΕΟΔΕΚ (2015). Αγγλοελληνικό γλωσσάριο όρων Διαχείρισης Εναέριας Κυκλοφορίας (ΔΕΚ). Αθήνα: Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας.
- ICAO, Official definition, PANS-ATM Procedures for Air Navigation Services — Air Traffic Management [Doc 4444]