Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ἑστιάζω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
εστιάζω
Μεσαιωνικά ελληνικά
(gkm)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ἑστιάζω
<
αρχαία ελληνική
ἑστιάω
/
ἑστιῶ
<
ἑστία
<
πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα
*
h₂wes
- (
κατοικώ
,
μένω
,
ζω
)
Ρήμα
επεξεργασία
ἑστιάζω
γευματίζω
,
τρώω