ἐπιμέλεσθαι
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΑπαρέμφατο
επεξεργασίαἐπιμέλεσθαι
- απαρέμφατο μεσοπαθητικού ενεστώτα - μεσοπαθητικό αποθετικό ρήμα ἐπιμέλομαι
- (με τη σημασία) φροντίζω
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 1 (Κλειώ), 98.3
- ὁ δέ ὡς ἔσχε τὴν ἀρχήν, τοὺς Μήδους ἠνάγκασε ἓν πόλισμα ποιήσασθαι καὶ τοῦτο περιστέλλοντας τῶν ἄλλων ἧσσον ἐπιμέλεσθαι.
- Κι αυτός σαν πήρε την αρχή στα χέρια του, ανάγκασε τους Μήδους να οχυρώσουν μια μόνον πόλη, και ρίχνοντας εκεί όλο το ενδιαφέρον τους, για τα άλλα μέρη να νοιάζονται λιγότερο.
- Μετάφραση (1964): Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
- ὁ δέ ὡς ἔσχε τὴν ἀρχήν, τοὺς Μήδους ἠνάγκασε ἓν πόλισμα ποιήσασθαι καὶ τοῦτο περιστέλλοντας τῶν ἄλλων ἧσσον ἐπιμέλεσθαι.
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 1 (Κλειώ), 98.3
- (με τη σημασία) (για δημόσιες θέσεις) είμαι επιμελητής ενός πράγματος
- ※ 5ος/4oς πκε αιώνας, Λυσίας, Περὶ τοῦ σηκοῦ ἀπολογία, 7.29
- Δεινὸν δέ μοι δοκεῖ εἶναι ὑμᾶς μέν, οἷς ὑπὸ τῆς πόλεως τὸν ἅπαντα χρόνον προστέτακται τῶν μοριῶν ἐλαῶν ἐπιμέλεσθαι, μήθ᾽ ὡς ἐπεργαζόμενον πώποτε ζημιῶσαί ‹με› μήθ᾽ ὡς ἀφανίσαντα εἰς κίνδυνον καταστῆσαι,
- Νομίζω μάλιστα ότι είναι παράδοξο εσείς, που η πόλη σάς έχει διαχρονικά επιφορτίσει με την ευθύνη για τα ιερά ελαιόδενδρα, ούτε να μου έχετε επιβάλει ποτέ έως τώρα πρόστιμο γιατί καλλιέργησα τον χώρο γύρω απ᾽ αυτές, ούτε να με έχετε παραπέμψει στο δικαστήριο γιατί απομάκρυνα κάποια,
- Μετάφραση: Θ.Κ. Στεφανόπουλος @greek‑language.gr
- Δεινὸν δέ μοι δοκεῖ εἶναι ὑμᾶς μέν, οἷς ὑπὸ τῆς πόλεως τὸν ἅπαντα χρόνον προστέτακται τῶν μοριῶν ἐλαῶν ἐπιμέλεσθαι, μήθ᾽ ὡς ἐπεργαζόμενον πώποτε ζημιῶσαί ‹με› μήθ᾽ ὡς ἀφανίσαντα εἰς κίνδυνον καταστῆσαι,
- ※ 5ος/4oς πκε αιώνας, Λυσίας, Περὶ τοῦ σηκοῦ ἀπολογία, 7.29
- (με τη σημασία) έχω την επιμέλεια σε κάτι, επιστατώ, διοικώ σε έναν τομέα
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 4, 118.3
- περὶ δὲ τῶν χρημάτων τῶν τοῦ θεοῦ ἐπιμέλεσθαι ὅπως τοὺς ἀδικοῦντας ἐξευρήσομεν, ὀρθῶς καὶ δικαίως τοῖς πατρίοις νόμοις χρώμενοι καὶ ὑμεῖς καὶ ἡμεῖς καὶ τῶν ἄλλων οἱ βουλόμενοι, τοῖς πατρίοις νόμοις χρώμενοι πάντες.
- Όσον αφορά στον θησαυρό του Θεού, τα δυο μέρη αναλαμβάνουν ν᾽ ανακαλύψουν όσους καταχράστηκαν χρήματα. Θα συμμορφωθούν έτσι και τα δύο μέρη και όσοι άλλοι το θελήσουν με τα ορθά και τα δίκαια του πατροπαράδοτου εθίμου.
- Μετάφραση (1965-1968): Άγγελος Σ. Βλάχος, Αθήνα:Γαλαξίας @greek‑language.gr
- περὶ δὲ τῶν χρημάτων τῶν τοῦ θεοῦ ἐπιμέλεσθαι ὅπως τοὺς ἀδικοῦντας ἐξευρήσομεν, ὀρθῶς καὶ δικαίως τοῖς πατρίοις νόμοις χρώμενοι καὶ ὑμεῖς καὶ ἡμεῖς καὶ τῶν ἄλλων οἱ βουλόμενοι, τοῖς πατρίοις νόμοις χρώμενοι πάντες.
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 4, 118.3
- (με τη σημασία) φροντίζω
Πηγές
επεξεργασία- ἐπιμελέομαι - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἐπιμελέομαι - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- ΜΟΡΦΩ@ΛΟΓΕΙΟΝ
- μορφολογία@perseus.tufts.edu