ἆνερ
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαἆνερ αρσενικό με ᾱ μακρό για μετρική ανάγκη στην ποίηση
- επικός τύπος του ἄνερ, κλητική ενικού του ἀνήρ
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 24 (Ω. Ἕκτορος λύτρα.), στίχ. 725
- «ἆνερ, ἀπ’ αἰῶνος νέος ὤλεο, κὰδ δέ με χήρην | λείπεις ἐν μεγάροισι..
- «Άνδρα μου, νέος πέθανες, κι εμέν᾽ αφήνεις χήραν | στο σπίτι..
- Έμμετρη μετάφραση (1922): Ιάκωβος Πολυλάς, @greek‑language.gr
- «ἆνερ, ἀπ’ αἰῶνος νέος ὤλεο, κὰδ δέ με χήρην | λείπεις ἐν μεγάροισι..
- ※ 8ος πκε αιώνας ⌘ Ὅμηρος, Ἰλιάς, 24 (Ω. Ἕκτορος λύτρα.), στίχ. 725
Πηγές
επεξεργασία- ἆνερ @perseus.tufts.edu στο Greek Word Study Tool