Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀμπέχω < ἀμπ- + ἔχω < ἀμφέχω < ἀμφί + ἔχω (το φ του ἀμφέχω τράπηκε σε π για ανομοίωση προκειμένου να μην είναι δύο δασέα στη σειρά)

ἀμπέχω και ἀμπίσχω

Συγγενικά

επεξεργασία

Σημειώσεις

επεξεργασία
  • παίρνει εσωτερική και εξωτερική αύξηση