ἀμπέχω
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ἀμπέχω < ἀμπ- + ἔχω < ἀμφέχω < ἀμφί + ἔχω (το φ του ἀμφέχω τράπηκε σε π για ανομοίωση προκειμένου να μην είναι δύο δασέα στη σειρά)
Ρήμα
επεξεργασίαἀμπέχω και ἀμπίσχω
Συγγενικά
επεξεργασίαΣημειώσεις
επεξεργασία- παίρνει εσωτερική και εξωτερική αύξηση
Κλίση
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- ἀμπέχω - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἀμπέχω - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.