ἀμάντα
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαἀμάντα θηλυκό (επίσης αποτελεί κυπριακό ιδίωμα)
- (για εμπόλεμη κατάσταση) βελτίωση, καλυτέρευση
- (για ψυχική κατάσταση) ανακούφιση, θεραπεία
- έλεος, οίκτος
Συγγενικά
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- ἀμάντα - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
- σελ. 246, Τόμος Α΄ --Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία. Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.