Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /a.mɑ̃d/
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
amende amendes

amende (fr) θηλυκό

Ομώνυμα / Ομόηχα

επεξεργασία