Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

ωραιοποιήσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ωραιοποιώ
  2. θα ωραιοποιήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ωραιοποιώ

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

ωραιοποιήσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ωραιοποίηση