Ετυμολογία

επεξεργασία
ψυχολογικά < ψυχολογικός

  Επίρρημα

επεξεργασία

ψυχολογικά

  1. με την ψυχολογική έννοια, από ψυχολογική σκοπιά, η ψυχολογική κατάσταση
  2. Ξέρω ότι είναι υγιής και δουλεύει, όμως δεν ξέρω πώς πάει ψυχολογικά μετά το διαζύγιό του

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

ψυχολογικά