ψευδωνύμως
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ψευδωνύμως < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική ψευδωνύμως [1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /pse.vðoˈni.mos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ψευ‐δω‐νύ‐μως
Επίρρημα
επεξεργασίαψευδωνύμως
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τις λέξεις ψευδώνυμος, ψεύδομαι και όνομα
Μεταφράσεις
επεξεργασία ψευδωνύμως
|
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
Ετυμολογία
επεξεργασία- ψευδωνύμως < ψευδώνυμ(ος) + -ως
Επίρρημα
επεξεργασίαψευδωνύμως
- με ψεύτικο όνομα
Πηγές
επεξεργασία- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .