χρηστά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίρρημα
επεξεργασίαχρηστά
Μεταφράσεις
επεξεργασία χρηστά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαχρηστά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του χρηστός
Δείτε επίσης : χριστά |
χρηστά
|
χρηστά