χου
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία 1 επεξεργασία
- χου < (ηχομιμητική λέξη)[1]
Προφορά επεξεργασία
Επιφώνημα επεξεργασία
χου!
- ηχομημητικό που αποδίδει το γέλιο, συνήθως επαναλαμβανόμενο → δείτε χου χου
Συγγενικά επεξεργασία
- δείτε χα χα
Ετυμολογία 2 επεξεργασία
- χου < ο φθόγγος [x] που συμβολίζεται από το γράμμα χ με προσθήκη του [u] ώστε να δημιουργηθεί συλλαβή. Κατά τα βου, γου, δου
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
χου ουδέτερο
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ χου - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας