φροντιστηριακά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαφροντιστηριακά < φροντιστηριακός + -ά
Επίρρημα
επεξεργασίαφροντιστηριακά
Μεταφράσεις
επεξεργασία φροντιστηριακά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαφροντιστηριακά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του φροντιστηριακό