Ετυμολογία

επεξεργασία
φαιδρολογώ < φαιδρολόγος λόγια λέξη από την αρχαία ελληνική φαιδρός και -λόγος ( < αρχαία ελληνική λέγω)

φαιδρολογώ

  Μεταφράσεις

επεξεργασία