Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

υπερβατό σχήμα < ελληνιστική κοινή ὑπερβατόν & σχήμα < αρχαία ελληνική ὑπερβατός → δείτε τις λέξεις υπερβατός και σχήμα

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ipeɾvaˈto ˈsçima/

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

υπερβατό σχήμα ουδέτερο

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία