υμνολογικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- υμνολογικά < υμνολογικός + -ά
Επίρρημα επεξεργασία
υμνολογικά
Άλλες μορφές επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
υμνολογικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
υμνολογικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του υμνολογικό