Ετυμολογία

επεξεργασία
υβάτσι < θέμα υβατ- του ύο. (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική ὑδάτιον, υποκοριστικό του ὕδωρ, ὕδατ-ος  Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό

επεξεργασία

υβάτσι ουδέτερο

Παράγωγα

επεξεργασία

σελ.291.jpg, τόμ.3 - Κωστάκης, Θανάσης Π. Λεξικό της τσακωνικής διαλέκτου. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών, τόμοι Α', Β' 1986, τόμος Γ' 1987), Τόμος 3ος@academyofathens