Ετυμολογία

επεξεργασία
τσάρλεστον < αγγλική charleston < Charleston < Charles +‎ -ton < παλαιά γαλλική Charles / Carles < λατινική Carolus < πρωτογερμανική *karilaz ( ελεύθερος, νέος)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

τσάρλεστον ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις

επεξεργασία