Ετυμολογία

επεξεργασία
τον τρώει η κασίδα του < → δείτε τη λέξη τον (αυτόν)  τρώει, τρώω, η, κασίδα και του (η δική του)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ton‿ˈdɾo.i i‿kaˈsiða‿tu/

  Έκφραση

επεξεργασία

τον τρώει η κασίδα του

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία