Δείτε επίσης: τα, κάνω, θάλασσα

τα κάνω θάλασσα (el)

  1. κάνω-προκαλώ μεγάλη ζημιά
  2. κάνω μεγάλο λάθος-σφάλμα
  3. έχω πολύ κακή επίδοση σε κάτι

Συνώνυμα

επεξεργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία