ταξινομήσεις
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαταξινομήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ταξινομώ
- θα ταξινομήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ταξινομώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαταξινομήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ταξινόμηση