στῖφος
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- στῖφος < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαστῖφος, -εος/ -ους ουδέτερο
- στρατιωτικό σώμα ανδρών σε πυκνή παράταξη, φάλαγγα
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 9 (Καλλιόπη), 70.4
- οἱ δὲ βάρβαροι οὐδὲν ἔτι στῖφος ἐποιήσαντο πεσόντος τοῦ τείχεος, οὐδέ τις αὐτῶν ἀλκῆς ἐμέμνητο,
- Κι οι βάρβαροι, απ᾽ τη στιγμή που έπεσε το τείχος, δε σχημάτισαν πια πυκνή φάλαγγα, κι όλοι τους ξαστόχησαν την πολεμική αρετή τους,
- Μετάφραση (1995): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
- οἱ δὲ βάρβαροι οὐδὲν ἔτι στῖφος ἐποιήσαντο πεσόντος τοῦ τείχεος, οὐδέ τις αὐτῶν ἀλκῆς ἐμέμνητο,
- ※ 5ος πκε αιώνας ⌘ Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 9 (Καλλιόπη), 70.4
- (για πλοία) παράταξη πλοίων πολύ κοντά το ένα με το άλλο
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Πέρσαι, στίχ. 366 (364-366)
- εὖτ᾽ ἂν φλέγων ἀκτῖσιν ἥλιος χθόνα | λήξῃ, κνέφας δὲ τέμενος αἰθέρος λάβῃ, | τάξαι νεῶν στῖφος μὲν ἐν στοίχοις τρισίν,
- Σαν παύσουν να φλογίζουνε του ήλιου οι αχτίνες | τη γη, κι απλώσει το σκοτάδι στον αιθέρα, | σε τρεις σειρές να τάξουν τα πολλά καράβια,
- Μετάφραση (1930): Ιωάννης Ν. Γρυπάρης, Αθήνα:Εστία @greek‑language.gr
- Μόλις ο φλογερός ο ήλιος πάψη | τη γη με της αχτίνες του να καίη | κ' εις τα αιθέρια πλάτη το σκοτάδι απλωθή, |σε τρεις γραμμές να βάλουν, τη μια πίσω στην άλλη, πυκνά πλοία
- Μετάφραση (1910): Ιωάννης Ζερβός
- Σαν παύσουν να φλογίζουνε του ήλιου οι αχτίνες | τη γη, κι απλώσει το σκοτάδι στον αιθέρα, | σε τρεις σειρές να τάξουν τα πολλά καράβια,
- εὖτ᾽ ἂν φλέγων ἀκτῖσιν ἥλιος χθόνα | λήξῃ, κνέφας δὲ τέμενος αἰθέρος λάβῃ, | τάξαι νεῶν στῖφος μὲν ἐν στοίχοις τρισίν,
- ※ 6ος/5ος πκε αιώνας ⌘ Αἰσχύλος, Πέρσαι, στίχ. 366 (364-366)
- (μεταφορικά) (ελληνιστική σημασία) πληθώρα, μεγάλο πλήθος
- ※ 1ος κε αιώνας Φίλων ο Ιουδαίος, Περί συγχύσεως διαλέκτων, De Confusione Linguarum, 193 @scaife.perseus
- ἀλλ’ ἔστιν ἡ σπουδὴ διαλῦσαι τὸ κακίας στῖφος, τὰς ὁμολογίας αὐτῆς ἀκυρῶσαι, τὴν κοινωνίαν ἀνελεῖν,
- ※ 1ος κε αιώνας Φίλων ο Ιουδαίος, Περὶ τοῦ πάντα σπουδαῖον ἐλεύθερον εἶναι, Quod Omnis Probus Liber Sit, 74 @scaife.perseus
- κατὰ δὲ τὴν βάρβαρον, ἐν ᾗ πρεσβευταὶ λόγων καὶ ἔργων, πολυανθρωπότατα στίφη καλῶν καὶ ἀγαθῶν ἐστιν ἀνδρῶν·
- ※ 1ος/2ος κε αιώνας ⌘ Πλούταρχος, Βίοι Παράλληλοι/Πελοπίδας, 18.2, pp 384, @scaife.perseus
- τὸ δʼ ἐξ ἐρωτικῆς φιλίας συνηρμοσμένον στῖφος ἀδιάλυτον εἶναι καὶ ἄρρηκτον, ὅταν οἱ μὲν ἀγαπῶντες τοὺς ἐρωμένους, οἱ δὲ αἰσχυνόμενοι τοὺς ἐρῶντας ἐμμένωσι τοῖς δεινοῖς ὑπὲρ ἀλλήλων.
- ※ 4ος/5ος κε αιώνας ⌘ Κύριλλος Α΄ Αλεξανδρείας, In XII Prophetas Commentary joel Book 2 Paragraph 6 (joel.2.6), @scaife.perseus
- Ἐξελάσας δὲ καὶ ἐξ ἡμῶν αὐτῶν τὴν ἀκρίδα Κριστὸς, φημὶ δὴ τὴν νοητὴν, τὰ παμμόχθηρα δηλονότι τῶν δαιμονίων στίφη, κατηφάνισεν αὐτὰ, καθεὶς οἱονείπως εἰς τὰ βάθη τῆς θαλάσσης·
- ※ 1ος κε αιώνας Φίλων ο Ιουδαίος, Περί συγχύσεως διαλέκτων, De Confusione Linguarum, 193 @scaife.perseus
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη στείβω
Πηγές
επεξεργασία- στῖφος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- στῖφος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.