στοιχείο ενεργητικού
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- στοιχείο ενεργητικού < → δείτε τις λέξεις στοιχείο και ενεργητικό
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
στοιχείο ενεργητικού
- (λογιστική) σε μια οικονομική μονάδα οτιδήποτε έχει συγκεκριμένη μετρήσιμη αξία και μπορεί να της αποδώσει οικονομικό όφελος. Καταχωρείται στην κατάσταση ενεργητικού του ισολογισμού.
Συνώνυμα επεξεργασία
- (γενικότερα) περιουσιακό στοιχείο